Για πολλά χρόνια, η ιβουπροφαίνη αντιμετωπιζόταν με επιφύλαξη — ειδικά από όσους έχουν ευαίσθητο στομάχι ή χρόνιες φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου.
Νέα δεδομένα όμως από έρευνες του Εργαστηρίου Κλινικής Φαρμακολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ,με δ/ντή τον καθηγητή Φαρμακολογίας και Κλινικής Φαρμακολογίας κο Δημήτρη Κούβελα, έρχονται να ανατρέψουν την εικόνα αυτή. Οι μελέτες που έχουν ολοκληρωθεί και βρίσκονται υπό δημοσίευση σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά, δείχνουν ότι όταν λαμβάνεται σωστά, η ιβουπροφαίνη δεν αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο αιμορραγίας ή υποτροπής σε ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα ή νόσο του Crohn.
Τι έδειξαν οι νέες μελέτες
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Κούβελα Ειδικό Γενικής Ιατρικής και Κλινικό Φαρμακολόγο Καθηγητή Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ, μια μετα-ανάλυση σε πάνω από 45.000 άτομα με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου έδειξε ότι η ιβουπροφαίνη δεν συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο υποτροπής.ενώ Δεύτερη μελέτη έδειξε ότι η ιβουπροφαίνη δεν αυξάνει τον κίνδυνο γαστρικού έλκους, γαστρορραγίας ή διάτρησης όταν λαμβάνεται για μικρό χρονικό διάστημα και σε χαμηλές, σχετικά, δόσεις. Επίσης αντίθετα, η παρακεταμόλη φάνηκε σε ορισμένες περιπτώσεις να σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο υποτροπών σε ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα.
Τι σημαίνουν τα νέα δεδομένα
Αν έχετε ευαίσθητο στομάχι ή πάσχετε από χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, η χρήση ιβουπροφαίνης δεν είναι απαγορευτική όπως πιστευόταν στο παρελθόν. Ωστόσο είναι απαραίτητη η ιατρική καθοδήγηση. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας.
Επίσης θα πρέπει να χρησιμοποιείτε τη χαμηλότερη αποτελεσματική δόση, για σύντομο χρονικό διάστημα και να αποφεύγεται η μακροχρόνια και χωρίς επίβλεψη χρήση παυσίπονων όπως και η ταυτόχρονη λήψη διαφορετικών τύπων αναλγητικών (π.χ. παρακεταμόλη και αντιφλεγμονώδη μαζί) χωρίς ιατρική καθοδήγηση.